Ο Χρήστος Χατζηνικολάου, Σάμιος την καταγωγή, γεννήθηκε στο γραφικό χωριό Σκουραίικα. Ως μαθητής διακρινόταν για την καλλιφωνία του και εκδήλωνε μουσικό ταλέντο γιαυτό και μυήθηκε στην ψαλτική τέχνη από τον Καθηγητή του, στο Πυθαγόρειο Γυμνάσιο της Σάμου, αείμνηστο Εμμανουήλ Βαμβουδάκη (1884-1959), Φιλόλογο και Ερευνητή, ο οποίος είχε ήδη διατελέσει Άρχων Πρωτοψάλτης του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, κατά την περίοδο 1911-1925, και αποτελούσε ήδη μια διακεκριμένη και μουσικολογιώτατη προσωπικότητα. Σε αυτό το περιβάλλον η ψαλτική του σταδιοδρομία εγκαινιάστηκε στη γενέτειρά του, αρχικά στον Ιερό Ναό Αγίου Αντωνίου Άνω Βαθέως Σάμου, όπου υπηρέτησε σε νεαρή ηλικία ως λαμπαδάριος και λίγο αργότερα στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου όπου υπηρέτησε ως πρωτοψάλτης.
Ερχόμενος, μετά την αποφοίτησή του, στην Αθήνα, σπούδασε στην Πάντειο Σχολή Πολιτικών Επιστημών (πρόγονο του Παντείου Πανεπιστημίου) και συνέχισε τις σπουδές του στη Βυζαντινή και Ευρωπαϊκή μουσική, στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών, με διακεκριμένους διδασκάλους. Παράλληλα, διετέλεσε Α’ Δομέστικος και Επιμελητής του Μουσικού Χορού της Μητροπόλεως Αθηνών, στον Πρωτοψάλτη, αείμνηστο Σπυρίδωνα Περιστέρη.
Από το 1957 υπηρέτησε αδιάκοπα και με πάθος την ψαλτική τέχνη, αρχικά ως Λαμπαδάριος στον Ιερό Ναό Προφήτου Ηλιού Παγκρατίου, ακολούθως ως Πρωτοψάλτης στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Κυνοσάργους (1960-62) και επί 44 συναπτά έτη, ως Πρωτοψάλτης και Χοράρχης στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής, στον ομώνυμο Δήμο. (1962-2006)
Ιδιαίτερο αποτύπωμα άφησε στην μουσική εκπαίδευση, τόσο εξαιτίας της μακράς θητείας του ως Καθηγητής και Έφορος της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής του Εθνικού Ωδείου Αθηνών, όσο και ως Καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης και Διδάσκων στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Με τους εκατοντάδες μαθητές και συνεργάτες του δημιούργησε, εκπαίδευσε και διηύθυνε πολλές χορωδίες Ιεροψαλτών καθώς επίσης και μικτά μουσικά σχήματα παιδιών και ενηλίκων. Τέλος, ως αναγνώριση της αξίας και πολυετούς εμπειρίας του υπήρξε Ιδρυτής και Διευθυντής πολλών Σχολών Βυζαντινής Μουσικής ωδείων και Ιερών Μητροπόλεων. Στο πλαίσιο των διδακτικών του καθηκόντων εκπόνησε επιστημονικές μελέτες και δοκίμια.
Καθοριστική για την ιστορική πορεία και τη σύγχρονη μορφή της Ιεροψαλτικής Κοινότητας υπήρξε, επί μισό σχεδόν αιώνα, η ευδόκιμη θητεία του Χρήστου Χατζηνικολάου, στον ιστορικό Πανελλήνιο Σύνδεσμο Ιεροψαλτών «Ρωμανός ο Μελωδός και Ιωάννης ο Δαμασκηνός», ο οποίος προέκυψε το 1955, ως αποτέλεσμα της ηγετικής προσωπικότητας του Αντωνίου Μπελούση, από την συνένωση των παλαιότερων Σωματείων της Αθήνας, ήδη δραστηριοποιούμενων από τις αρχές του 20ου αιώνα, εξαιτίας του «Ιεροψαλτικού Ζητήματος»).
Ως στενός συνεργάτης του Μπελούση, μαζί με τους αειμνήστους Απόστολο Βαλληνδρά, Ευάγγελο Τζελά, Παναγιώτη Μαρούλη και πλειάδα επιφανών Ιεροψαλτών της Αθήνας, διαμόρφωσαν την ταυτότητα του σύγχρονου Ιεροψαλτικού κόσμου, με δύο βασικά εργαλεία:
- Τη Μεγάλη Χορωδία του Συνδέσμου, η οποία μεγαλούργησε με το μοναδικό και ογκωδέστατο, για την εποχή του, έργο δισκογραφίας της εν χρήσει υμνολογίας της Εκκλησίας, που υπήρξε μια παραγωγή της Αδελφότητας Θεολόγων «Η ΖΩΗ». Στη ηχογράφηση συμμετείχαν όλοι οι διαπρεπείς ψάλτες της Αθήνας εκείνης της εποχής, το υλικό ηχογραφήθηκε στα ιστορικά studio της Columbia και κυκλοφόρησε διεθνώς σε 80 δίσκους 45 στροφών (και κυκλοφορεί σε cd, μέχρι σήμερα). Για δεκαετίες οι συγκεκριμένοι δίσκοι της ΖΩΗΣ μονοπωλούσαν τα ερτζιανά (το ραδιόφωνο της εποχής) και αποτέλεσαν βασικό ηχητικό εργαλείο για όσους επιθυμούσαν να εντρυφήσουν στην ψαλτική τέχνη.
- Την Εφημερίδα «Ιεροψαλτικά Νέα», η οποία εκδίδεται αδιαλείπτως από το 1964 και αποτέλεσε μέχρι το 1982 την μοναδική δημοσιογραφική πηγή ενημέρωσης για την βυζαντινή μουσική και τους Ιεροψάλτες, οι οποίοι δημοσίευαν εκεί την ποικίλη δραστηριότητα και το έργο τους. Επιφανή πρόσωπα της σύγχρονης εκκλησιαστικής ιστορίας όπως ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κυρός Χριστόδουλος, ο Μητροπολίτης Πατρών κυρός Νικόδημος Βαλληνδράς και πολλοί άλλοι αρθρογράφησαν συστηματικά επί δεκαετίες, προσφέροντας κείμενα εξαιρετικής ποιότητας και διαχρονικής αξίας.
Στις δεκαετίες του 1960 και ’70 ο Σύνδεσμος μονοπωλεί τις εξελίξεις, παρεμβαίνει στην εξουσία και διαμορφώνει ισχυρές σχέσεις με την Αδελφότητα Θεολόγων «Η ΖΩΗ», το Παλάτι και αργότερα με τη Δικτατορία των Συνταγματαρχών. Συνεργάζεται στενά με το περιβάλλον του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Α’, όμως λόγω προσωπικών συμφερόντων και κοντόφθαλμης λογικής δεν κατορθώνει να επιτύχει το «ευκταίον», να βάλει δηλαδή τους ψάλτες στο ίδιο τραίνο με τους ιερείς, οδηγώντας στην επίλυση του Ιεροψαλτικού Ζητήματος και την δημοσιο-υπαλληλοποίησή τους.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ο Χρήστος Χατζηνικολάου βρέθηκε στο επίκεντρο των ζυμώσεων και των διενέξεων που προκαλούσε ήδη η επερχόμενη μετάλλαξη της ελληνικής κοινωνίας, η οποία προοδευτικά συμπαρέσυρε τόσο την εκκλησία, όσο και την ψαλτική τέχνη. Η αδυναμία του Πανελληνίου Συνδέσμου Ιεροψαλτών και των πρωτοστατών του να οδηγήσουν πλέον τις εξελίξεις αποκαλύπτεται περίτρανα με την ηχηρή απουσία τους από την ιστορική πρωτοβουλία – παρέμβαση του Μητροπολίτου Δημητριάδος (μετέπειτα Αρχιεπισκόπου) κυρού Χριστόδουλου, το 1979, να διοργανώσει και να διεξάγει στο Βόλο, το Πρώτο Πανελλήνιο Συνέδριο Ιεροψαλτών.
Οι νέες τάσεις διαμορφώνονται πλέον σε νέα κέντρα, αρχικά με τον Μανώλη Χατζημάρκο στο Βόλο και λίγο αργότερα τους τρεις κορυφαίους Άρχοντες Αθανάσιο Καραμάνη, Χαρίλαο Ταλιαδώρο και Χρύσανθο Θεοδοσόπουλο στη Θεσσαλονίκη. Στην Αθήνα ο γλυκύς και μετριοπαθής χαρακτήρας του, πολιτικά Κεντρώου, Γεωργίου Σύρκα, επί σειρά ετών Πρόεδρου του «Πανελληνίου» δίνουν έναν τόνο μετριοπάθειας και αποφυγής εντάσεων. Έτσι, αν και ο Χρήστος Χατζηνικολάου, μαζί με τους αειμνήστους Νικόλαο Λώλο (ιατρό) και Λάκη Κυριαζή, μετέχουν εκ μέρους της Αθήνας στην Διοικούσα Επιτροπή της νεοσύστατης Ομοσπονδίας, σύντομα θα βρεθεί στο περιθώριο. Συμμετέχει όμως πάντοτε μαχητικά και ανελλιπώς στα τεκταινόμενα, εκλέγεται σε πολλές διοικήσεις στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΜΣΙΕ.
Η απομόνωση της Αθήνας μέσα στην κοινότητα μεταφέρεται ως έριδα και σημείο τριβής μέσα στο Σύνδεσμο. Η παλαιά τάξη βρίσκεται στο στόχαστρο από μεγάλη μερίδα συναδέλφων που κατέρχεται με χωριστό ψηφοδέλτιο, στις εκλογές του 1982 (αξίζει να σημειωθεί ότι το ψηφοδέλτιο της έφερε τον τίτλο «Αλλαγή» και συμμετείχαν ψάλτες όπως οι Κουλούρης, Κατσιφής κ.ά.), οδηγεί λίγα χρόνια αργότερα στην απόσχιση και τη δημιουργία δεύτερου Συλλόγου Αττικής, με επικεφαλής τον αείμνηστο Ηλία Γιουρούκο.
Η κόντρα αυτή μεταξύ των δύο Συλλόγων της Αθήνας στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και για δέκα χρόνια, κατά τα οποία ο Ηλίας Γιουρούκος ηγείται της Ομοσπονδίας και ο Χρήστος Χατζηνικολάου καθώς και ο Παναγιώτης Μαρούλης ηγούνται εκ περιτροπής του «Πανελληνίου» κουράζει και διχάζει την κοινότητα Πανελλαδικά, διαμορφώνει μια αντίληψη στον εκκλησιαστικό χώρο ότι οι ψάλτες είναι διχασμένοι, ως εκ τούτου «ας τα βρουν πρώτα μεταξύ τους και ύστερα βλέπουμε».
Ασφαλώς, οι κεκοιμημένοι δεδικαίονται… και αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο εκ των προεξαρχόντων και μετέπειτα, επί δεκαετίες, Χοράρχης και Δάσκαλος της Μεγάλης Χορωδίας του Συνδέσμου καθώς και εκ των συντακτών και αργότερα, ομοίως επί δεκαετίες, Εκδότης και Διευθυντής των «Ιεροψαλτικών Νέων», Χρήστος Χατζηνικολάου συνέβαλε καθοριστικά τόσο στην πρώιμη όσο και στην ύστερη διαμόρφωση της Κοινότητας, πριν και μετά την ίδρυση της Ομοσπονδίας.
Η πανηγυρική εκλογή του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, εν έτει 1999, αναζωπυρώνει τους πόθους των παλαιών στελεχών του «Πανελληνίου» για δικαίωση. Η φθορά του Ηλία Γιουρούκου, ύστερα από μια δεκαετία στο τιμόνι της ΟΜΣΙΕ, η μετάβαση της Διοίκησης των μαχητικών Συλλόγων της περιφέρειας σε συναδέλφους της επόμενης γενιάς και η γενικότερη πολιτική και εκκλησιαστική κατάσταση που επιστρέφει σε πιο «συντηρητικές εκδοχές» (Συλλαλητήρια για τη Μακεδονία, απαλοιφή θρησκεύματος από τις ταυτότητες κ.λπ.) επαναφέρουν τους έμπειρους συνδικαλιστές της Αθήνας στο προσκήνιο, στο πλευρό του παλαιού φίλου και νέου Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, με ένα διαχρονικό όραμα: Την επίλυση του ιεροψαλτικού Λειτουργήματος!
Όμως, ένα νέο ζήτημα καλλιτεχνικής και θεωρητικής φύσεως εμφανίζεται και αναδεικνύεται στο ιεροψαλτικό προσκήνιο, αναβιώνοντας και αναμοχλεύοντας παλιές έχθρες και αναθεωρώντας την καθιερωμένη ανθρωπογεωγραφία της Ομοσπονδίας και της κοινότητας. Το Μουσικολογικό Ζήτημα.
Η κινητικότητα του αείμνηστου Λυκούργου Αγγελόπουλου, ως μέλους της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Υπουργείου Παιδείας, σχετικά με την χρήση του Θεωρητικού του Σίμωνος Καρά στα δημόσια σχολεία καθώς και η πρωτοβουλία του Καθηγητού Γρηγορίου Στάθη, να οργανώσει το πρώτο Μουσικολογικό Συνέδριο, τον Νοέμβριο του 2000, οδήγησαν όλους τους παλαιούς ψάλτες, από ολόκληρη την Ελλάδα, να αφήσουν κατά μέρος τις παλαιές έχθρες και να συνασπιστούν ενάντια στον κοινό εχθρό. Από μια τέτοια διεργασία δεν θα μπορούσε να λείψει ο Χρήστος Χατζηνικολάου, ο οποίος με μια ευρεία επιστολογραφία προς τα Υπουργεία, την Ιερά Σύνοδο,
Έχει δώσει συναυλίες στις μεγαλύτερες αίθουσες των Αθηνών, του Πειραιώς πόλεις του εξωτερικού (Ηρώδειο, Μέγαρο Μουσικής Θεσ/νίκης και Αθηνών).
Διδάσκαλος και Χοράρχης της μεγάλης χορωδίας του Πανελληνίου Συνδέσμου Ιεροψαλτών “Ρωμανός ο Μελωδός και Ιωάννης ο Δαμασκηνός”.
Εκλεγμένος πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Ιεροψαλτών “Ρωμανός ο Μελωδός και Ιωάννης ο Δαμασκηνός”.
Εκλεγμένος πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ιεροψαλτών Ελλάδος (ΟΜΣΙΕ) επί 12 χρόνια.
Μέλος της Επιτροπής ακροάσεως Ιεροψαλτών της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Μέλος της Συνοδικής Επιτροπής Καταρτίσεως Σχεδίου Κανονισμού Ιεροψαλτών.
Εκδότης της εφημερίδας Ιεροψαλτικά Νέα και του περιοδικού Νέος Ιεροψαλτικός Κόσμος.
Έχει τιμηθεί με διακρίσεις, μετάλλια, πλακέτες και διπλώματα για τις υπηρεσίες που έχει προσφέρει μέχρι τώρα στην Εκκλησία με την μεγαλύτερη και ανώτατη διάκριση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, το Χρυσό Σταυρό του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, δια χειρός του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστοδούλου.
Επί των ημερών του, η ιεροψαλτική τάξη γνώρισε σημαντική πρόοδο τόσο σε καλλιτεχνικό όσο και σε επιστημονικό επίπεδο.
Ο αείμνηστος Χρήστος Χατζηνικολάου, θα μείνει στην ιστορία για τους αγώνες του για τη θεσμική αναβάθμιση του ιεροψαλτικού λειτουργήματος τόσο λειτουργικά αλλά και συνδικαλιστικά, αφού επί θητείας του ψηφίστηκε, ο πρώτος στην ιστορία, Κανονισμός Ιεροψάλτου από την Εκκλησία της Ελλάδος σε συνεργασία με τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρό Χριστόδουλο, με τον οποίο τον συνέδεε στενή φιλία.